Τμήμα Πολιτικής Οικονομίας του Ομίλου Μαρξιστικών Ερευνών
Α. Η παγκόσμια δομική καπιταλιστική κρίση και η οικονομική θεωρία
1. Η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2007-8 έχει βάλει τον παγκόσμιο καπιταλισμό σε μία μακρά περίοδο αναταραχής. Η κρίση αυτή είναι μία βαθειά δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Οι ρίζες της βρίσκονται στην προηγούμενη μεγάλη κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, που εκδηλώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και κράτησε όλη τη δεκαετία του 1970. Η τελευταία ήταν μία κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου (δηλαδή μία τυπική κρίση α-λα-Μαρξ βασισμένη στο νόμο της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους). Ξεκίνησε από την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους λόγω της ανοδικής τάσης της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, που οδήγησε στην υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου (δηλαδή στην αδυναμία επαρκώς κερδοφόρας επένδυσης του διαθέσιμου και κυρίως του πρόσθετου κεφαλαίου) και τελικά στο μπλοκάρισμα και την αναστροφή της μεγέθυνσης του συστήματος που είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της «χρυσής εποχής» της καπιταλιστικής συσσώρευσης της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου. Η κρίση αυτή είχε τις ρίζες της, όπως όλες οι μεγάλες καπιταλιστικές κρίσεις, στη βασική σφαίρα λειτουργίας του συστήματος δηλαδή στη σφαίρα της παραγωγής. Τα θεμελιακά αυτά προβλήματα εκφράσθηκαν – όπως πάντα γίνεται – και στη σφαίρα της ανταλλαγής με την εμφάνιση του φαινομένου του στασιμοπληθωρισμού όταν έγινε προσπάθεια η κρίση να αντιμετωπισθεί με τόνωση της ζήτησης από το κράτος. Η κρίση της δεκαετίας του 1970 έβαλε το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα σε μία μακρά περίοδο αναδιαρθρώσεων σε όφελος του κεφαλαίου και σε βάρος της εργατικής τάξης στην προσπάθεια να βρεθεί μία λύση στο δομικό πρόβλημα υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και χαμηλής κερδοφορίας του συστήματος. Τα κύματα αυτά καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων πήραν διάφορες μορφές με κυρίαρχη αυτή του νέο-φιλελευθερισμού.
Αντικειμενικός στόχος αυτών των πολιτικών καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης ήταν η ανάσχεση της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους, μέσω της κινητοποίησης όλων εκείνων των δυνάμεων που δρουν ενάντια στο νόμο. Ιδιαίτερα κρίσιμες ανάμεσα σε αυτές ήταν α) η αύξηση της εκμετάλλευσης της εργασίας και η εξεύρεση νέων αγορών και πεδίων εκμετάλλευσης με σκοπό την αύξηση της μάζας της υπεραξίας και των κερδών και (β) η ελεγχόμενη απαξίωση ή καταστροφή υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων έτσι ώστε το σύστημα να απαλλαγεί από μη-επαρκώς κερδοφόρα ατομικά κεφάλαια και να ξαναρχίσει την λειτουργία του από πιο μικρή αλλά ταυτόχρονα εξυγιανθείσα και δυναμικότερη βάση. Επειδή η τελευταία διαδικασία για πολιτικούς αλλά και οικονομικούς λόγους δεν μπορούσε παρά να είναι περιορισμένης έκτασης, όλη η περίοδος καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που ακολούθησαν την κρίση της δεκαετίας του 1970, από το 1982 και έπειτα δεν μπόρεσε να δώσει μέχρι σήμερα λύση στο συστημικό πρόβλημα υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και χαμηλής κερδοφορίας. Χαρακτηριστικά, οι φάσεις ανάκαμψης της οικονομίας στην περίοδο της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού δεν κατάφεραν ποτέ να φθάσουν τα επίπεδα από τα οποία ξεκίνησε η κρίση σε όρους κερδοφορίας, ρυθμού αύξησης παραγωγικότητας, επενδύσεων, κλπ. Γι’ αυτό και δικαιολογημένα έχει χαρακτηρισθεί ως περίοδος της σιωπηρής ύφεσης ή της μεγάλης κάμψης. Η αδυναμία απάντησης στο συστημικό πρόβλημα οδήγησε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 σε μία φυγή του συστήματος προς τα εμπρός με τη μορφή της «χρηματιστικοποίησης». Ενεργοποιήθηκαν ιδιαίτερα οι διαδικασίες δημιουργίας πλασματικού κεφαλαίου με στόχο την εξεύρεση κερδοφόρων διεξόδων στη χρηματοπιστωτική σφαίρα και την εξομάλυνση των δομικών συστημικών προβλημάτων. Όμως, όπως έχει γίνει και σε προηγούμενες κρίσεις, η μέθοδος αυτή δίνει μία ανάπαυλα και δημιουργεί μία περίοδο τεχνητής οικονομικής ευφορίας αλλά δεν αντιμετωπίζει τα βασικά προβλήματα ελλιπούς κερδοφορίας και υπερσυσσώρευσης. Αντίθετα τα παροξύνει. Το συνεπακόλουθο είναι κάποια στιγμή τα συσσωρευμένα θεμελιακά προβλήματα (κυρίως στη σφαίρα της παραγωγής) να σπάσουν την επιφανειακά ήρεμη εικόνα (ιδιαίτερα στη σφαίρα της κυκλοφορίας) της καπιταλιστικής οικονομίας. Καθώς πάντα τα κέρδη που αποκομίζουν οι δραστηριότητες της σφαίρας της κυκλοφορίας (και ιδιαίτερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα) προέρχονται και εξαρτώνται από την κερδοφορία της σφαίρας της παραγωγής, αργά ή γρήγορα τα προβλήματα της τελευταίας ανακαλούν στη πραγματικότητα την φυγή προς τα εμπρός που οδηγεί η πρώτη. Αυτό συνέβη με την σημερινή κρίση που ξέσπασε το 2007-8. Η τελευταία είναι μία κρίση που επίσης έχει τις ρίζες της στην σφαίρα της παραγωγής και θα έχει μία μακρά διαδρομή και ακόμη πιο οδυνηρές επιπτώσεις για την εργατική τάξη και την πλειοψηφία του πληθυσμού.
Διαβάστε τη συνέχεια στην ηλεκτρονική μας εφημερίδα
Α. Η παγκόσμια δομική καπιταλιστική κρίση και η οικονομική θεωρία
1. Η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2007-8 έχει βάλει τον παγκόσμιο καπιταλισμό σε μία μακρά περίοδο αναταραχής. Η κρίση αυτή είναι μία βαθειά δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Οι ρίζες της βρίσκονται στην προηγούμενη μεγάλη κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, που εκδηλώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και κράτησε όλη τη δεκαετία του 1970. Η τελευταία ήταν μία κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου (δηλαδή μία τυπική κρίση α-λα-Μαρξ βασισμένη στο νόμο της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους). Ξεκίνησε από την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους λόγω της ανοδικής τάσης της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, που οδήγησε στην υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου (δηλαδή στην αδυναμία επαρκώς κερδοφόρας επένδυσης του διαθέσιμου και κυρίως του πρόσθετου κεφαλαίου) και τελικά στο μπλοκάρισμα και την αναστροφή της μεγέθυνσης του συστήματος που είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της «χρυσής εποχής» της καπιταλιστικής συσσώρευσης της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου. Η κρίση αυτή είχε τις ρίζες της, όπως όλες οι μεγάλες καπιταλιστικές κρίσεις, στη βασική σφαίρα λειτουργίας του συστήματος δηλαδή στη σφαίρα της παραγωγής. Τα θεμελιακά αυτά προβλήματα εκφράσθηκαν – όπως πάντα γίνεται – και στη σφαίρα της ανταλλαγής με την εμφάνιση του φαινομένου του στασιμοπληθωρισμού όταν έγινε προσπάθεια η κρίση να αντιμετωπισθεί με τόνωση της ζήτησης από το κράτος. Η κρίση της δεκαετίας του 1970 έβαλε το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα σε μία μακρά περίοδο αναδιαρθρώσεων σε όφελος του κεφαλαίου και σε βάρος της εργατικής τάξης στην προσπάθεια να βρεθεί μία λύση στο δομικό πρόβλημα υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και χαμηλής κερδοφορίας του συστήματος. Τα κύματα αυτά καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων πήραν διάφορες μορφές με κυρίαρχη αυτή του νέο-φιλελευθερισμού.
Αντικειμενικός στόχος αυτών των πολιτικών καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης ήταν η ανάσχεση της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους, μέσω της κινητοποίησης όλων εκείνων των δυνάμεων που δρουν ενάντια στο νόμο. Ιδιαίτερα κρίσιμες ανάμεσα σε αυτές ήταν α) η αύξηση της εκμετάλλευσης της εργασίας και η εξεύρεση νέων αγορών και πεδίων εκμετάλλευσης με σκοπό την αύξηση της μάζας της υπεραξίας και των κερδών και (β) η ελεγχόμενη απαξίωση ή καταστροφή υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων έτσι ώστε το σύστημα να απαλλαγεί από μη-επαρκώς κερδοφόρα ατομικά κεφάλαια και να ξαναρχίσει την λειτουργία του από πιο μικρή αλλά ταυτόχρονα εξυγιανθείσα και δυναμικότερη βάση. Επειδή η τελευταία διαδικασία για πολιτικούς αλλά και οικονομικούς λόγους δεν μπορούσε παρά να είναι περιορισμένης έκτασης, όλη η περίοδος καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που ακολούθησαν την κρίση της δεκαετίας του 1970, από το 1982 και έπειτα δεν μπόρεσε να δώσει μέχρι σήμερα λύση στο συστημικό πρόβλημα υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και χαμηλής κερδοφορίας. Χαρακτηριστικά, οι φάσεις ανάκαμψης της οικονομίας στην περίοδο της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού δεν κατάφεραν ποτέ να φθάσουν τα επίπεδα από τα οποία ξεκίνησε η κρίση σε όρους κερδοφορίας, ρυθμού αύξησης παραγωγικότητας, επενδύσεων, κλπ. Γι’ αυτό και δικαιολογημένα έχει χαρακτηρισθεί ως περίοδος της σιωπηρής ύφεσης ή της μεγάλης κάμψης. Η αδυναμία απάντησης στο συστημικό πρόβλημα οδήγησε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 σε μία φυγή του συστήματος προς τα εμπρός με τη μορφή της «χρηματιστικοποίησης». Ενεργοποιήθηκαν ιδιαίτερα οι διαδικασίες δημιουργίας πλασματικού κεφαλαίου με στόχο την εξεύρεση κερδοφόρων διεξόδων στη χρηματοπιστωτική σφαίρα και την εξομάλυνση των δομικών συστημικών προβλημάτων. Όμως, όπως έχει γίνει και σε προηγούμενες κρίσεις, η μέθοδος αυτή δίνει μία ανάπαυλα και δημιουργεί μία περίοδο τεχνητής οικονομικής ευφορίας αλλά δεν αντιμετωπίζει τα βασικά προβλήματα ελλιπούς κερδοφορίας και υπερσυσσώρευσης. Αντίθετα τα παροξύνει. Το συνεπακόλουθο είναι κάποια στιγμή τα συσσωρευμένα θεμελιακά προβλήματα (κυρίως στη σφαίρα της παραγωγής) να σπάσουν την επιφανειακά ήρεμη εικόνα (ιδιαίτερα στη σφαίρα της κυκλοφορίας) της καπιταλιστικής οικονομίας. Καθώς πάντα τα κέρδη που αποκομίζουν οι δραστηριότητες της σφαίρας της κυκλοφορίας (και ιδιαίτερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα) προέρχονται και εξαρτώνται από την κερδοφορία της σφαίρας της παραγωγής, αργά ή γρήγορα τα προβλήματα της τελευταίας ανακαλούν στη πραγματικότητα την φυγή προς τα εμπρός που οδηγεί η πρώτη. Αυτό συνέβη με την σημερινή κρίση που ξέσπασε το 2007-8. Η τελευταία είναι μία κρίση που επίσης έχει τις ρίζες της στην σφαίρα της παραγωγής και θα έχει μία μακρά διαδρομή και ακόμη πιο οδυνηρές επιπτώσεις για την εργατική τάξη και την πλειοψηφία του πληθυσμού.
Διαβάστε τη συνέχεια στην ηλεκτρονική μας εφημερίδα